Τιμούμε σήμερα τη μνήμη του Οδυσσέα Ανδρούτσου, ενός από τους μεγαλύτερους ήρωες της εθνεγερσίας του 1821, που σαν σήμερα στις 5 Ιουνίου 1825 δολοφονήθηκε, δυστυχώς, από χέρια συμπολεμιστών του.
Ο Οδυσσέας ήταν γιος του θρυλικού Καπετάν Ανδρούτσου, Αντρέα Βερούση ή Βερούτσου, διαβόητου αρματωλού της Ρούμελης, αλλά και πειρατή- συνεργάτη του Λάμπρου Κατσώνη.
Ο Βερούτσος σε μια από τις μάχες του με τους Οθωμανούς τραυματίσθηκε σοβαρά στην κνήμη και κατέφυγε στην Βενετοκρατούμενη τότε Πρέβεζα για να τύχει ιατρικής περίθαλψης από Βενετσιάνους χειρουργούς ιατρούς, αλλά και για ασφάλεια, επειδή ως τραυματίας κινδύνευε στην κατεχόμενη Ελλάδα. Στην Πρέβεζα φιλοξενήθηκε από τον εύπορο προεστό της Πρέβεζας Δημήτρη Τσαρλαμπά, γαλλόφιλο αλλά και πράκτορα των Ρώσων κατά τον Ρωσσοτουρκικό Πόλεμο του 1787-1792.
Έτσι προέκυψε και ο γάμος του Βερούση με τη μονάκριβη και όμορφη κόρη του Τσαρλαμπά, Ακριβή Τσαρλαμπά, με κουμπάρο τον “θαλασσόλυκο” Λάμπρο Κατσώνη. Από τον γάμο αυτόν γεννήθηκε ένα παιδί στην Πρέβεζα,στο σπίτι των Τσαρλαμπάδων, πιθανόν τον Δεκέμβριο του1790. Νονά του παιδιού ήταν η Μαρία Σοφιανού, γυναίκα του Κατσώνη και το όνομά του «Οδυσσέας» επιλέχθηκε λόγω της αγάπης της οικογένειάς του για την Αρχαία Ελλάδα.
Ο Οδυσσέας ουσιαστικά μεγάλωσε χωρίς πατέρα, αφού όταν ήταν 3-4 ετών ο Ανδρέας Βερούσης, συνελήφθη από τους Βενετούς, παραδόθηκε στους Τούρκους και μεταφέρθηκε στις φυλακές της Κωνσταντινούπολης, όπου μετά από τετραετή εγκλεισμό και φρικτά βασανιστήρια πέθανε σε ηλικία 47 ετών. Λέγεται ότι οι Τούρκοι έριξαν το αποκεφαλισμένο πτώμα του στα παγωμένα νερά του Βοσπόρου.
Ο Οδυσσέας λοιπόν μεγάλωσε βασικά με την μητέρα του, στην ευρύτερη περιοχή που περιελάμβανε την Πρέβεζα, τη Λευκάδα και την Ιθάκη. Φαίνεται ότι κατά τον Χαλασμό της Πρέβεζας κατοικούσαν στη Λευκάδα και έτσι διασώθηκαν. Πάντως στην Πρέβεζα έζησε σταθερά από το 1800 -1806.
Πριν τον Χαλασμό ο Οδυσσέας μεγάλωνε στο περιβάλλον της μητέρας του, που ήταν μια εύπορη οικογένεια. Όμως μετά τον αποκεφαλισμό του πατέρα του ο Οδυσσέας έμεινε ορφανός και μετά τον Χαλασμό φαίνεται ότι χάθηκε η περιουσία. Έτσι όπως αναγράφεται από τους ιστορικούς «ανετράφη εν εσχάτη πενία».
Όμως το περιβάλλον του ήταν πάντα δεκτικό στις νεωτεριστικές ιδέες, που εκείνα τα χρόνια κυκλοφορούσαν στη Πρέβεζα και τα Ιόνια νησιά και αυτά τα πρώτα χρόνια στην Πρέβεζα και την Λευκάδα ο Οδυσσέας, σε αντίθεση με άλλους κλεφταρματωλούς, απέκτησε την στοιχειώδη μόρφωση. Καλλιέργησε τα Ελληνικά του και έμαθε ακόμα πολύ καλά τα Αρβανίτικα και τα Ιταλικά. Παράλληλα επηρεάστηκε απ’ την κινητικότητα των ιδεών του Γαλλικού και Νεοελληνικού Διαφωτισμού, αλλά και από την μακρόχρονη φιλία του με τον Λευκαδίτη ποιητή Ιωάννη Ζαμπέλιο.
Από επιστολές φαίνεται, ότι γνώριζε και θαύμαζε τους Έλληνες φιλόσοφους και ήρωες της Αρχαιότητας και κατείχε σημαντικές γνώσεις της Ελληνικής Ιστορίας. Υπήρξε λάτρης της Ελληνικής Κλασικής Παιδείας. Μάλιστα τον γιο του τον ονόμασε Λεωνίδα (ακολουθώντας την παράδοση της οικογένειας στα αρχαιοελληνικά ονόματα).
Το 1806 βρέθηκε στην αυλή του Αλή Πασά. Σύμφωνα με μια εκδοχή τον πήγε εκεί η μητέρα του. Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή τον αναζήτησε ο ίδιος ο Πασάς, ενθυμούμενος την προσωπική φιλία που είχε με τον εκλιπόντα πατέρα του Οδυσσέα και τον πήρε στην αυλή του στα Ιωάννινα.
Εκείνη την εποχή το σαράι του αποτελούσε το κέντρο της ζωής στα Γιάννενα. Ήταν το περιβάλλον στο οποίο ανδρώνονταν οι ευνοούμενοί του Αλή αλλά και μεγάλοι Έλληνες καπεταναίοι. Εκεί ο Οδυσσέας Ανδρούτσος φοίτησε και πήρε την Στρατιωτική και Πολιτική του Παιδεία. Στο Σαράι είχε έναν ταραχώδη βίο, όμως σχεδόν πάντα ο Αλή Πασάς του συγχωρούσε κάθε παράπτωμα.
Στο Σαράι ο Ανδρούτσος ευτύχησε να έχει δάσκαλο τον διάσημο Ψαλλίδα, που τον έκανε ν’ αποκτήσει πλέον φωτισμένη συνείδηση του Ελληνισμού και τον μύησε στην Φιλική Εταιρεία.
Η εποχή που ο Ανδρούτσος ήταν στο σαράι, ήταν η εποχή που ο Αλής συγκέντρωνε γύρω του ισχυρό στρατό για να αντιταχθεί στην Πύλη. Έτσι στα 15 του μπήκε στην προσωπική φρουρά του Αλή, συμμετείχε σε στρατιωτικές επιχειρήσεις του και ανέβηκε γρήγορα τα σκαλιά της ιεραρχίας. Τέλος έγινε αρχηγός της προσωπικής φρουράς του Αλή.
Το επόμενο βήμα ήταν το Αρματολίκι της Λιβαδειάς. Ένα πολύ πλούσιο αρματολίκι. Σε αυτή τη θέση ο Ανδρούτσος έδειξε τις ηγετικές του ικανότητες. Η καθιέρωση του σε αυτό το Αρματολίκι ήταν δύσκολη, γιατί δεν είχε ποτέ στο παρελθόν υπάρξει αρματωλός ή καπετάνιος στη Λειβαδιά. Και για να καταφέρει να σταθεί και να πάρει την αρχηγία του χρειάστηκε να λύσει πολλά θέματα, να περιορίσει την ληστεία, να ελέγξει τους ντόπιους αρματωλούς, να δημιουργήσει ένα δικό του κύκλο έμπιστων παλικαριών, και να δυναμώσει το αρματολίκι τόσο, ώστε να επεκταθεί και στα γειτονικά.
Σε αυτό το διάστημα παντρεύτηκε την Ελένη, κόρη του εύπορου και ισχυρού προεστού Χρήστου Καρέλου από τους Καλαρρύτες Ιωαννίνων. Μάλιστα ο Αλής εξέδωσε στην περιοχή της Λειβαδιάς φιρμάνι για να τον προικίσει, που όριζε να τον βοηθήσουν όλοι οι κάτοικοι χρηματικώς. Αυτή η προίκα ήταν και ο περίφημος θησαυρός του Οδυσσέα, που αργότερα έγινε θρύλος δόλωμα και πηγή του κακού για τους διώκτες του. Παρά τα γραφόμενα ο θησαυρός αυτός σπαταλήθηκε για τις ανάγκες του απελευθερωτικού αγώνα.
Το όνομα του Οδυσσέα συνδέθηκε με αναρίθμητες στρατιωτικές επιχειρήσεις της Επανάστασης. Η σωματική του δύναμη ήταν παροιμιώδης και διηγούνται αναρίθμητα κατορθώματά του: «επήδα ως έλαφος, έτρεχεν ως ίππος και ίππευεν ως Κένταυρος». Ήταν πεισματάρης και οξύθυμος, ανελέητος στους εχθρούς τους, στους ληστές, στους κοτζαμπάσηδες και στους τουρκοπροσκυνημένους. Ποτέ όμως δεν σταμάτησε να δείχνει συμπόνια για τον φτωχό λαό. Πάνω απ’ όλα όμως ήταν πατριώτης σύμφωνα με τους όρκους, που είχε δώσει κατά την εισδοχή του στην Φιλική Εταιρεία. Ο σκοπός της ζωής του υπήρξε η λευτεριά του γένους σε ένα κράτος πραγματικά δημοκρατικό.
Με το ξέσπασμα της Επανάστασης έφτασε στη Στερεά Ελλάδα, και έγραψε μία από τις λαμπρότερες σελίδες της Επανάστασης αντιμετωπίζοντας με επιτυχία τους Τούρκους του Ομέρ Βρυώνη στην μάχη στο Χάνι της Γραβιάς στις 8 Μαΐου του 1821. Εκεί 118 Έλληνες αντιμετώπισαν με επιτυχία 8.000 Οθωμανούς. Εκεί, παρεμποδίστηκε η κάθοδος του πανίσχυρου στρατού του Ομέρ Βρυώνη στην Πελοπόννησο και εδραιώθηκε η Επανάσταση.
Ο Οδυσσέας συνέχισε να μάχεται και κατά τα τέλη του 1821 αναγνωρίσθηκε πλέον ως ένας από τους κορυφαίους οπλαρχηγούς και ανακηρύχθηκε από τους υπόλοιπους οπλαρχηγούς, αρχιστράτηγος της ανατολικής Στερεάς.
Εκείνη την περίοδο γίνονταν τα πρώτα βήματα για την ίδρυση του νέου Ελληνικού Κράτους και εκεί άρχισαν και τα δεινά του Αγώνα και του Έθνους με τις εμφύλιες διαμάχες. Ο Ανδρούτσος μπλέχθηκε σε αυτές όχι μόνο λόγω του ανταγωνισμού με άλλους οπλαρχηγούς, αλλά και λόγω των βαθειά δημοκρατικών πεποιθήσεών του, που τον έφεραν αντιμέτωπο με τους κοτζαμπάσηδες, αλλά και με τους φαναριώτες πολιτικούς, την παρουσία των οποίων, δεν δεχόταν, γιατί δεν πολέμησαν σε καμία μάχη.
Στις 27 Αυγούστου 1822 ο Ανδρούτσος εισήλθε θριαμβευτής Φρούραρχος στην Ακρόπολη, εν μέσω μιας αποθεωτικής υποδοχής του λαού.
Ως τοπάρχης των Αθηνών ο Ανδρούτσος απέδειξε ότι δεν ήταν μόνο πολεμιστής. Ήταν ένα φωτεινό μυαλό, πολύ μπροστά την εποχή του.
Έβαλε σε λειτουργία δύο σχολεία και εξέδωσε την Εφημερίδα των Αθηνών. Σώζονται οι επιστολές αλληλογραφίας του με τις οποίες ζητούσε από τον Αδαμάντιο Κοραή και το Νεόφυτο Βάμβα, να έλθουν στην Αθήνα, για ν’ αναβαθμίσουν την παιδεία των Αθηναίων.
Στα σχέδια του ήταν να ιδρύσει Πανεπιστήμιο, αλλά δεν πρόλαβε. Ένα ακόμη ανεκπλήρωτο όνειρό του ήταν να ιδρύσει ένα Μουσείο, για το οποίο μάλιστα ο ίδιος συνέλεγε ευρήματα, όσο ήταν στο αρματολίκι της Στερεάς.
Όμως οι διαμάχες ανάμεσα στον Ανδρούτσο και την Κυβέρνηση συνεχίζονταν. Τελικά ο Ανδρούτσος παραδόθηκε στις 7 Απριλίου του 1825 στον Γκούρα, φυλακίστηκε στην Ακρόπολη χωρίς δίκη και άφησε την τελευταία του πνοή, αφού βασανίστηκε. Το σώμα του βρέθηκε στα βράχια της Ακρόπολης, στο λιθόστρωτου του Ναού της Απτέρου Νίκης και ο θάνατος του σκηνοθετήθηκε ως ατύχημα σε μια απόπειρα του να δραπετεύσει. Τον έθαψαν προσωρινά στην εκκλησία της Σωτήρας στο Ριζόκαστρο.
Ο Μακρυγιάννης έγραψε πως προδόθηκε το «λιοντάρι της Γραβιάς»
Μετά θάνατον η Ιστορία , αλλά και η Ελληνική πολιτεία τον δικαίωσε και τον κατέταξε στην εξαίρετη τάξη των επίλεκτων αγωνιστών του 1821 μαζί με τους Θεόδωρο Κολοκοτρώνη , Γεώργιο Καραϊσκάκη, Μάρκο Μπότσαρη και άλλους, ενώ αναίρεσε την κατηγορία της προδοσίας. Το 1865 έγινε με μεγάλη επισημότητα και στρατιωτικές τιμές η μετακομιδή των οστών του στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών, όπου σήμερα υπάρχει ο τάφος του.
Στις 15 Ιουλίου 1967, μετά από ενέργειες των Πρεβεζάνων και πρωτοστατούσης της Μητροπόλεως Νικοπόλεως, ο στρατηγός Θρασύβουλος Τσακαλώτος γεννημένος στην Πρέβεζα, μετέφερε τα οστά του ήρωα με πολεμικό σκάφος στη γενέτειρά του, μέσα σε μεταλλικό κουτί, όπου και τοποθετήθηκαν σε ειδικό οστεοφυλάκιο κάτω από μαρμάρινο άγαλμα, έργο του γλύπτη Νικόλα.
Κλείνοντας σήμερα αυτό το ελάχιστο αφιέρωμα στον Πρεβεζάνο Οδυσσέα Ανδρούτσο, στην θλιβερή επέτειο του θανάτου του, και αποδίδοντας τιμή στον Ήρωα, ας προβληματιστούμε από τα λόγια, με τα οποία ο ίδιος τοποθετήθηκε στην Β΄ Εθνοσυνέλευση στο ΄Αστρος Κυνουρίας :
«… να επιθυμώ εθνικάς συνελεύσεις, να αγαπώ δικαίους διοικητάς, να είμαι λάτρης των εναρέτων και φίλος των σοφών, να διψώ την αυτονομία και την ανεξαρτησίαν της Ελλάδος, επιθυμώντας -μόνον και μόνον- Έλληνες να διοικούν και να βασιλεύουν εις Ελληνας…»