Σάββατο, 20 Απριλίου 2024, 6:20

Κοσμάς Κοψάρης, Το ταξίδι του Ντίνου Δημόπουλου, κριτική της ταινίας

Όταν ζεις σε μια πνιγηρή καθημερινότητα, ο μόνος τρόπος να ξεφύγεις είναι να ονειρεύεσαι, ή μάλλον ορθότερα, να ελπίζεις σε ένα ταξίδι στο όνειρο. Κάπου εκεί ξεκινά το ταξίδι της Μαρίνας που ζει σε μια φτωχογειτονιά του Πειραιά μαζί με την μητέρα της και την αδερφή της, Αθηνά. Μια μέρα θα γνωρίσει τον Στέφανο, έναν εργάτη-υδραυλικό με τον οποίο θα ερωτευτούν παράφορα. Ο νεαρός άντρας, όμως, δεν έχει πάρει ακόμη διαζύγιο από την γυναίκα του, Σούλα, με την οποία βρίσκεται σε διαρκή αντιπαράθεση. Σε μια από αυτές, όταν η κατάσταση φθάσει σε αδιέξοδο, ο Στέφανος προσπαθεί να λύσει τις διαφορές του με την πρώην γυναίκα του βίαια, η Μαρίνα τότε μπαίνει στην μέση και σκοτώνεται από το μαχαίρι του αγαπημένου της.

Για την συγκεκριμένη ταινία μπορούν να ειπωθούν πάρα πολλά. Αρχικά, θυμίζει ένα τυπικό μελό εποχής, πράγμα, όμως, που δεν ισχύει. Περισσότερο αντιπροσωπεύει ένα ζωντανό οργανισμό που μεταφυτεύεται αυτούσια και αυθεντικά από την ζωή στον κινηματογράφο. Είναι ένα εξαιρετικό δείγμα νεορεαλισμού, όταν αποδίδουμε πιστά την πραγματικότητα που βιώνουμε, δίχως καμία απόπειρα παραποίησης ή παραμυθένιας αποτύπωσής της. Σκόπιμα μέχρι τώρα δεν ανέφερα την Αλίκη Βουγιουκλάκη, αλλά το όνομα της ηρωίδας που τόσο εξαιρετικά ενσαρκώνει, την Μαρίνα.

Είναι μια ταινία που αποτιμάται ως συλλογικά καταξιωμένη ερμηνευτική ρόλων σχετικά με ανθρώπους που, δυστυχώς, δεν πρόλαβαν να «ταξιδέψουν». Αυτό σημαίνει σε ένα δεύτερο επίπεδο ότι η ευτυχία ήρθε αργά για να μπορέσει να την γευτεί ο καθένας, έτσι κατάντησε μια ουτοπία, όχι, όμως, και τα συναισθήματά τους. Αυτά ήταν πέρα για πέρα αληθινά όσο και το πάθος τους να αυτοπροσδιοριστούν με τον τρόπο που επιθυμούν. Αρκεί κανείς να συλλογιστεί τι ευκαιρίες πρόσφερε η εποχή στα εξαθλιωμένα λαϊκά στρώματα για να αποδράσουν έστω και λίγο από τα κοινωνικά δεσμά τους. Καθόλου απίθανο που η Μαρίνα στο τέλος πεθαίνει.

Αυτός είναι ο κώδικας του κοινωνικού ντετερμινισμού όπως ανακλάται στον ιταλικό κινηματογράφο της εποχής που ακολουθεί το αντίστοιχο νεορεαλιστικό ρεύμα. Ο μεγαλύτερος εχθρός για αυτούς τους συμπαθείς ήρωες της ταινίας είναι η εσωτερική μοναξιά τους και η σιωπή όταν οι άλλοι τριγύρω τους αδυνατούν να καταλάβουν τις σκέψεις, τα συναισθήματα, τις ενδόμυχες επιθυμίες τους. Το ζήτημα είναι ότι όταν η ζωή καταντά ψευδαίσθηση, τότε πραγματικά γιατί αξίζει να ζούμε; Πρόκειται για μια σκληρή και πικρή αλήθεια, μα εκεί στηρίζεται ο ερμηνευτικός άξονας της ταινίας.

Η Αλίκη Βουγιουκλάκη και ο Νίκος Κούρκουλος μαζί για πρώτη και μοναδική φορά σε ταινία μεγάλου μήκους, πλαισιωμένοι από εξαιρετικούς ηθοποιούς και με την μοναδική μουσική του νεαρού τότε Σταύρου Ξαρχάκου. Ο Βαγγέλης Γκούφας σεναριακά στην καλύτερή του στιγμή, ενώ ο Δημόπουλος μάς πείθει στο έπακρο για το άρτιο σκηνοθετικό αποτέλεσμα. Είναι μια ταινία που δεν εντάσσεται στις εμπορικές ούτε στις πολυπαιγμένες της Αλίκης. Σίγουρα, αξίζει να την ξαναδείτε.

Δρ. Κοσμάς Κοψάρης, Μεταδιδακτορικός Ερευνητής Γαλλικής Φιλολογίας ΕΚΠΑ, κριτικός


Ακολουθήστε το onprevezanews.gr στο Facebook και στο Instagram

Διαβάστε πρώτοι τις ειδήσεις στο Google News


 

Προηγούμενο Άρθρο

499.500 ευρώ για τη βελτίωση της αγροτικής οδοποιίας στην T.Κ Χειμαδιού

Επόμενο Άρθρο

Ανυπότακτη Κίνηση: Χωρίς τηλεφωνία και internet η Καστροσυκιά

Μπορεί να σας ενδιαφέρει...