Κυριακή, 28 Απριλίου 2024, 3:20

Δρ. Κοσμάς Κοψάρης, Κατερίνα Γώγου: ο καιρός της εξιλέωσης

Στο παρακάτω άρθρο πρόκειται να διαφανούν όψεις της εξιλεωτικής ματιάς της ποιήτριας των Εξαρχείων. Στους ακόλουθους στίχους, το ποιητικό υποκείμενο βρίσκεται στα Εξάρχεια. Από εκεί είναι σε θέση να δει τον κόσμο από μια διαφορετική οπτική, συνενώνεται με το κοινωνικό περιθώριο. Χαρακτηριστικοί οι παρακάτω στίχοι από την πρώτη ποιητική συλλογή της Τρία κλικ Αριστερά:

Κι εδώ

Και πιο πολύ εδώ οι αραπάδες

σφουγγαρίζουν τα φλέματα απ’την άσφαλτο

με τη γλώσσα τους.

Κι εδώ

και πιο πολύ εδώ οι κίτρινοι

ανοίγουν τις πόρτες των HOTELS στους άσπρους

κι εδώ τα γκαρσόνια

που ξενιτεύτηκαν για να μη γίνουν γκαρσόνια

κουβαλάνε στις πλάτες τους σάντουιτς

κι αμερικανικά όνειρα

κι εδώ οι άλλοι

μασουλάνε τις πλάτες τα σάντουιτς και τα όνειρα

των ξενιτεμένων

κι εγώ εδώ ξανά-Κατερίνα με λένε-

κομματιάστηκα στα δημόσια πάρκα

αυνανίστηκα στις Ι.Χ. προβολές των πορνό

ξέρασα αίμα και μια άσπρη ξινισμένη σαλάτα

στον υπόγειο

κι έκλαψα ήσυχα ρίχνοντας το τελευταίο μου δίπενο

στη θλίψη των φραγκομηχανών.[1]

Στο παραπάνω απόσπασμα του ποιήματος είναι έντονες οι κραυγές της κοινωνικής διαμαρτυρίας από την σκοπιά μιας ποιητικής φωνής που νιώθει το ίδιο γκετοποιημένη με όσα απεικονίζει. Η κοινωνική τοιχογραφία της είναι ζοφερή. Θέτει μείζονα κοινωνικά ζητήματα όπως εκείνο της μετανάστευσης. Παράλληλα, σκιαγραφεί εικόνες που αποκαλύπτουν μια κοινωνία με ταξικούς διαχωρισμούς, τον καταναλωτισμό, την εμπορευματοποίηση. Είναι σαν να περιπλανάται και η ίδια, απόβλητη από τον κόσμο των αστών και της αποδεκτής τάξης. Ο λόγος της είναι εκείνος της ποιήτριας των Εξαρχείων που αναθεματίζει το πεπρωμένο των ανθρώπων που δεν μπορούν να ταχθούν στις καθιερωμένες νόρμες ούτε να ευθυγραμμιστούν με τα καθιερωμένα. Ο δρόμος έχει μια ιδιαίτερη σημασία στην ποίησή της.

Η Γώγου απεχθάνεται την στατικότητα, επιζητεί να είναι συνεχώς σε κίνηση. Η εστίαση στον δρόμο σηματοδοτεί τις πορείες διαμαρτυρίας που υποσυνείδητα την ανάγουν στο εξαρχιώτικο περιβάλλον της. Συνάδει με το ανυπότακτο πνεύμα του ιδιάζοντος αναρχισμού της. Στους παρακάτω στίχους είναι εμφανής η τάση της μόνιμης περιπλάνησης σε συνδυασμό με την έντονα καταγγελτική διάθεση:

Η ζωή μας είναι σουγιάδες

 σε βρόμικα αδιέξοδα

σάπια δόντια ξεθωριασμένα συνθήματα

μπάσο βεστιάριο

μυρουδιές από κάτουρα αντισηπτικά

και χαλασμένα σπέρματα. Ξεσκισμένες αφίσες.

Πάνω κάτω. Πάνω κάτω η Πατησίων.

Το ROL που δεν ρυπαίνει τη θάλασσα

κι ο Μητροπάνος μπήκε στη ζωή μας

μας τον έφαγε η Δεξαμενή κι αυτόν

σαν τις ψηλόκωλες.

Εμείς εκεί.

Μια ζωή λιγούρια ταξιδεύουμε

 την ίδια διαδρομή

Ξεφτίλα-μοναξιά-απελπισία. Κι ανάποδα[2].

Ο δρόμος στην ποιητική της Γώγου σηματοδοτεί την αντίσταση, μια ανεστραμμένη πορεία στην υποταγή και στον συμβιβασμό. Θεωρεί την μεγαλούπολη ένα χαοτικό ναρκοπέδιο, μια χοάνη όπου δεν μπορεί κανείς να βρει διέξοδο. Εκεί αρχίζει να ζυμώνεται στην συνείδησή της η σχέση της με τα Εξάρχεια. Είναι η περιοχή που τής επιτρέπει να συνθέσει έναν ιδιαίτερο αντιποιητικό λόγο, ικανό, ωστόσο, να αποδώσει έναν ξεχωριστό λυρισμό. Είναι σαν να επιχειρεί να κατακτήσει το ονειρικό περνώντας μέσα από τον εφιάλτη. Αποδίδει διαρκώς μη τόπους ώστε μέσα από εκεί, με την μέθοδο του σκιοφωτισμού, να διαφανεί το ιδανικό της καταφύγιο που είναι τα Εξάρχεια:

Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά

που κάνουν τραμπάλα στις ταράτσες ετοιμόρροπων

σπιτιών

Εξάρχεια Πατήσια Μεταξουργείο Μετς.

Κάνουν ό,τι λάχει

Πλασιέ τσελεμεντέδων και εγκυκλοπαιδειών

φτιάχνουν δρόμους και ενώνουν ερήμους

διερμηνείς σε καμπαρέ της Ζήνωνος

επαγγελματίες επαναστάτες

παλιά τους στρίμωξαν και τα κατεβάσαν

τώρα παίρνουν χάπια και οινόπνευμα να κοιμηθούν

αλλά βλέπουν όνειρα και δεν κοιμούνται.

Εμένα οι φίλες μου είναι σύρματα τεντωμένα

στις ταράτσες παλιών σπιτιών

Εξάρχεια Βικτώρια Κουκάκι Γκύζη.

Πάνω τους έχετε καρφώσει εκατομμύρια

 Μανταλάκια

τις ενοχές σας αποφάσεις συνεδρίων δανεικά

φουστάνια

σημάδια από καύτρες περίεργες ημικρανίες

απειλητικές σιωπές κολπίτιδες

ερωτεύονται ομοφυλόφιλους

τριχομονάδες καθυστέρηση

το τηλέφωνο το τηλέφωνο το τηλέφωνο

σπασμένα γυαλιά το ασθενοφόρο κανείς.

Κάνουν ό,τι λάχει.

Όλο ταξιδεύουν οι φίλοι μου

γιατί δεν τους αφήσατε σπιθαμή για σπιθαμή.

Όλοι οι φίλοι μου ζωγραφίζουνε με μαύρο χρώμα

γιατί τους ρημάξατε το κόκκινο

γράφουνε σε συνθηματική γλώσσα

γιατί η δική σας μόνο για γλείψιμο κάνει.

Οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά και σύρματα

στα χέρια σας. Στο λαιμό σας.

Οι φίλοι μου.[3]

Στο παραπάνω ποίημα γίνεται αντιληπτό ότι η ποιήτρια διαμορφώνει την πανοραμική οπτική της στην περιοχή των Εξαρχείων, εξ ου και η διπλή αναφορά στην συγκεκριμένη περιοχή. Μέσω των στίχων της νεκρανασταίνει όσους εκλαμβάνονται ως κοινωνικά έκπτωτοι, όπως πόρνες και ομοφυλόφιλους. Πρόκειται για ιδιαίτερα ευάλωτες κοινωνικές ομάδες που δέχονται την βία, την περιφρόνηση και τον χλευασμό. Η Γώγου από τα πολιτισμικό πεδίο των Εξαρχείων διαμορφώνει μια οικουμενική ποιητική, αποδέκτη της διαφορετικότητας στην κάθε της έκφανση.

Καταγγέλλει ωμά την σεξουαλική κακοποίηση των γυναικών εκείνων που για επάγγελμά τους επέλεξαν τον  αγοραίο έρωτα. Οι στίχοι της είναι καταπέλτης στα στερεότυπα και στις προκαταλήψεις. Οι φίλοι της ποιήτριας είναι εκείνοι που απογοητεύτηκαν ιδεολογικά, που στα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης συνειδητοποίησαν ότι προδόθηκαν τα ιδανικά και οι αξίες για τα οποία αγωνίστηκαν στα δίσεκτα χρόνια της Δικτατορίας.

Η ποιήτρια αντιλαμβάνεται ότι είναι δύσκολη εποχή για επανάσταση όπως επίσης σκληρή περίοδος για να αισθάνεται κανείς σε βάθος στο πετσί του ότι είναι αριστερός, γιατί κάπου με τα χρόνια το κοινωνικό όραμα στους κόλπους ορισμένων αριστερών άρχισε να θαμπώνει, να ξεθωριάζει. Για τον συγκεκριμένο λόγο, η πρώτη της ποιητική συλλογή τιτλοφορείται Τρία κλικ αριστερά, για να υποδηλωθεί η ιδεολογική ασυνέπεια, αν όχι αστοχία, της αρχικής στόχευσης.

Οι φίλοι της ποιήτριας κουβαλάνε στις ράχες τους το βαρύ φορτίο ενός αποδιοπομπαίου τράγου, κάτι που δεν τους αποκαθηλώνει στα δικά της μάτια, μα, αντίθετα, τους εξιλεώνει. Για την Γώγου, είναι απλά οι φίλοι της, όπως προβάλλονται αυτούσια και αλώβητοι μέσα από την απενοχοποιημένη γραφή της. Οι φίλοι της ποιήτριας είναι μαύρα πουλιά γιατί δεν μπορούν να πιστεύουν πια στην ιδεολογία, όμως το γεγονός ότι συνεχίζουν να ταξιδεύουν σηματοδοτεί ότι δεν πρόκειται ποτέ η γραφή της και το κοινωνικό της μήνυμα να βαλτώσει στην απαισιοδοξία και στην παραίτηση. Συνεχίζει να αποτελεί μια διαρκή δεξαμενή που πυροδοτεί την αντίσταση και την πίστη στην κοινωνική αναδόμηση. Πεδίο βολής της σταθερά αποτελούν τα Εξάρχεια, συνιστώντας την αφετηρία της εξιλεωτικής ποιητικής διαδρομής της.

Δρ. Κοσμάς Κοψάρης, κριτικός, Μεταδιδακτορικός Ερευνητής Πολιτισμικών Σπουδών.

[1] Κατερίνα Γώγου, Τώρα να δούμε εσείς τι θα κάνετε: ποιήματα 1978-2002, Καστανιώτης, Αθήνα, 2013, σσ.10-11.

[2] Ό.π.σ.9.

[3] Ό.π.σσ.11-13.

Προηγούμενο Άρθρο

H Σταυρούλα Μπότση- Μπραΐμη συνεχίζει στην θέση της προέδρου του Περιφερειακού συμβουλίου

Επόμενο Άρθρο

Πληρωμές με κάρτες μέσω POS θα πρέπει να δέχονται σχεδόν όλες οι κατηγορίες επαγγελματικών κλάδων στη λιανική αγορά

Μπορεί να σας ενδιαφέρει...